Αντιμετώπιση δύσπνοιας
Η δύσπνοια είναι ένα συχνό σύμπτωμα ασθενών με καρκίνο. Ως δύσπνοια ορίζεται το αίσθημα του να μην μπορεί κάποια/κάποιος να αναπνεύσει καλά και να μην φτάνει ο αέρας.
Τα αίτια της δύσπνοιας είναι ποικίλα σε ασθενείς με κάποια κακοήθεια.
Η ίδια η νόσος (π.χ. καρκίνος του πνεύμονα) μπορεί να αποτελεί γενεσιουργό αιτία για την εμφάνιση δύσπνοιας.
Η επιβάρυνση της λειτουργίας των πνευμόνων λόγω διαφόρων αιτιών όπως η πνευμονική εμβολή (θρόμβωση των αγγείων του πνεύμονα) ή το πνευμονικό οίδημα (υπερφόρτωση των πνευμόνων με υγρά) ή η έξαρση μιας προϋπάρχουσας χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας ή ανάπτυξη κάποιας λοίμωξης (πνευμονίας).
Επίσης η καρδιακή επιβάρυνση μπορεί επίσης να οδηγήσει σε καταστάσεις δύσπνοιας.
Τέλος η παρουσία ελεύθερου υγρού στην κοιλιά μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να οδηγήσει σε καταστάσεις δύσπνοιας.
Η αντιμετώπιση της δύσπνοιας αφορά τη συμπτωματική αντιμετώπιση της δύσπνοιας και την αιτιολογική αντιμετώπιση της δύσπνοιας.
Η συμπτωματική αντιμετώπιση της δύσπνοιας περιλαμβάνει τη χορήγηση οξυγόνου, εισπνεόμενων βρογχοδιασταλτικών ή και αποσυμφορητικών φαρμάκων όπως τα διουρητικά.
Η αιτιολογική αντιμετώπιση της δύσπνοιας σκοπεύει στη λύση του αιτίου που έχει προκαλέσει τη δύσπνοια. Δηλαδή αν είναι ο καρκίνος τότε η αντιμετώπιση του καρκίνου, αν είναι η πνευμονική εμβολή η αντιμετώπιση της πνευμονικής εμβολής κ.ο.κ.