Στρωματικοί όγκοι του γαστρεντερικού συστήματος
Γενικά
Οι στρωματικοί όγκοι του γαστρεντερικού είναι μεσεγχυματικής προέλευσης και ανήκουν στους σπάνιους κακοήθεις όγκους. Άνδρες και γυναίκες επηρεάζονται κάπως εξίσου, η διάμεση ηλικία έναρξης είναι τα 65-70 έτη. Οι πιο συχνές πρωτογενείς εντοπίσεις είναι στο στομάχι και το λεπτό έντερο.
Στους εξαιρέσιμους GIST όγκους, η θεραπεία είναι πολυπαραγοντική. Η επικουρική θεραπεία με imatinib ενδείκνυται για όγκους με υψηλό κίνδυνο υποτροπής, ο οποίος καθορίζεται από το μέγεθος του όγκου και το ποσοστό της μίτωσης (από τη βιοψία).
Η φαρμακευτική θεραπεία είναι η θεραπεία εκλογής για τη μεταστατική νόσο. Για το σκοπό αυτό, στην περίπτωση όγκων ευαίσθητων στο imatinib, το imatinib είναι διαθέσιμο ως θεραπεία πρώτης γραμμής, το sunitinib στη θεραπεία δεύτερης γραμμής και το regorafenib στη θεραπεία τρίτης γραμμής ως εγκεκριμένες ουσίες.
Η παθογένεση της πλειονότητας των περιπτώσεων GIST σχετίζεται με την εμφάνιση μιας μετάλλαξης στο γονίδιο KIT (80 – 85% των περιπτώσεων). Σε ένα άλλο 10 – 15% των περιπτώσεων έχουμε την μεφάνιση μετάλλαξης σε ένα άλλο γονίδιο το PDGFRA και σε ένα 10% των περιπτώσεων GIST δεν υπάρχει κάποια παθογόνος μετάλλαξη σε κάποιο γονίδιο.
Συμπτώματα και διάγνωση
Οι συνηθέστερες θέσεις εμφάνισης GIST (στρωματικών όγκων του γαστρεντερικού συστήματος) είναι το στομάχι (50 – 60% των περιπτώσεων) και το λεπτό έντερο (20 – 30% των περιπτώσεων). Πιο σπάνιες θέσεις είναι το ορθό (5 – 10% των περιπτώσεων) και ο οισοφάγος (2 – 5% των περιπτώσεων).
Τα κλινικά συμπτώματα που οδηγούν στη διάγνωση είναι ως επί το πλείστον μη ειδικά (π.χ. αίσθημα πληρότητας, κοιλιακή δυσφορία, αύξηση της περιφέρειας της κοιλιάς). Σε ποσοστό έως και 30% των ασθενών, η GIST διαγιγνώσκεται τυχαία κατά τη διάρκεια ενδοσκοπικών εξετάσεων ή επεμβάσεων για άλλες ενδείξεις. Η γαστρεντερική αιμορραγία οδηγεί σε διάγνωση έως και στο 10% των ασθενών.
Κατά τη στιγμή της διάγνωσης, μετάσταση μπορεί να ανιχνευθεί στο 20-50% των ασθενών. Οι συνηθέστερες θέσεις μεταστάσεων είναι το ήπαρ και το περιτόναιο.
Συνήθως η διάγνωση γίνεται κατά τη διάρκεια ενδοσκόπησης (γαστροσκόπηση ή κολονοσκόπηση ανάλογα με την εντόπιση). Συνήθως απαιτείται και η διενέργεια αξονικών κοιλίας και θώρακα για τον αποκλεισμό της ύπαρξης απομακρυσμένων μεταστάσεων, ενώ φυσικά σε κάθε περίπτωση απαραίτητη είναι η λήψη βιοψίας.
Θεραπευτική Αντιμετώπιση
Η θεραπευτική αντιμετώπιση των στρωματικων όγκων του γαστρεντερικού συστήματος εξαρτάται αρχικά από την έκταση της νόσου, δηλαδή αν είναι τοπικά περιορισμένη και εξαιρέσιμη, ή αν είναι τοπικά προχωρημένη και όχι εξαιρέσιμη ή αν είναι μεταστατική.
Αν η νόσος είναι τοπικά περιορισμένη ή τοπικά προχωρημένη αλλά εξαιρέσιμη τότε το επόμενο βήμα είναι η χειρουργική εξαίρεση. Μετά τη χειρουργική εξαίρεση από τη βιοψία γίνεται έλεγχος για την ύπαρξη των προαναφερθέντων μεταλλάξεων (KIT και PDGFRA) και επίσης γίνεται εκτίμηση του κινδύνου υποτροπής. Βάσει αυτών των στοιχείων καθορίζεται αν η/ο ασθενής θα λάβει επικουρική θεραπεία με ένα φάρμακο που αποτελεί στοχευτική θεραπεία (στοχευτικός παράγοντας που στοχεύει τις παραπάνω μετατάξεις).
Σε περίπτωση μη εξαιρέσιμης νόσου ή μεταστατικής νόσου γίνεται έλεγχο για παρουσία των προαναφερθέντων μετατάξεων και επί παρουσίας τους μπορεί να χορηγηθεί συγκεκριμένος στοχευτικός παράγοντας (το φάρμακο ονομάζεται Imatinib). Σε περίπτωση επιδείνωσης υπό θεραπεία με Imatininb τότε μπορούν να χορηγηθούν άλλοι στοχευτικοί παράγοντες όπως είναι το Sunitinib ή το Regorafenib.