Καρκίνος Προστάτη

Καρκίνος του προστάτη

Γενικά

Οι καρκίνοι του θυρεοειδούς ωοθυλακίου που προέρχονται από το επιθήλιο περιλαμβάνουν το θηλώδη, το θηλακιώδη και τον αναπλαστικό καρκίνο. Οι θηλώδεις και θυλακιώδεις καρκίνοι θεωρούνται διαφοροποιημένοι καρκίνοι και οι ασθενείς με αυτούς τους όγκους συχνά αντιμετωπίζονται παρόμοια παρά τις πολυάριθμες βιολογικές διαφορές. Οι θηλώδεις και οι θηλακιώδεις καρκίνοι του θυρεοειδούς θεωρούνται στην πλειονότητα των περιπτώσεων καλής πρόγνωσης καρκίνοι. Αντιθέτως οι αναπλαστικοί καρκίνοι του θυρεοειδούς είναι κακώς διαφοροποιημένοι καρκίνοι, δηλαδή πρακτικά καρκίνοι με πολύ πιο άσχημη πρόγνωση σε σχέση με τους άλλους δύο τύπους καρκίνου του θυρεοειδούς. Η πλειονότητα των περιπτώσεων καρκίνου του θυρεοειδούς αφορούν σε θηλώδεις ή θηλακιώδεις καρκίνους του θυρεοειδούς. Οι αναπλαστικοί καρκίνοι του θυρεοειδούς εμφανίζονται σε πολύ πιο σπάνιες περιπτώσεις. Οι προαναφερόμενοι τύποι καρκίνου του θυρεοειδούς δημιουργούνται από μεταλλάξεις που υφίστανται τα θηλώδη και θηλακιώδη κύτταρα του θυρεοειδούς αδένα (επιθηλιακός ιστός θυρεοειδούς αδένα).
Ωστόσο πέραν αυτών (αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα, υπάρχουν και οι καρκίνοι του θυρεοειδούς αδένα που προέρχονται από μεταλλάξεις που προκύπτουν στα παραθυλακιώδη κύτταρα ή κύτταρα C του θυρεοειδούς αδένα. Σε αυτές τις περιπτώσεις έχουμε το μυελοειδή καρκίνο του θυρεοειδούς αδένα. Ο μυελοειδής καρκίνος του θυρεοειδούς ευθύνεται για περίπου το 1 έως 2 τοις εκατό των καρκίνων του θυρεοειδούς στις. Η παραγωγή καλσιτονίνης είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτού του όγκου. Τα περισσότερα μυελοειδή καρκινώματα του θυρεοειδούς είναι σποραδικά. Ωστόσο, περίπου το 25 τοις εκατό είναι οικογενείς ως μέρος του συνδρόμου πολλαπλής ενδοκρινικής νεοπλασίας τύπου 2 (MEN2).
Η επίπτωση του καρκίνου του θυρεοειδούς αυξήθηκε ταχύτερα από οποιασδήποτε άλλης μορφής κακοήθεια τα τελευταία χρόνια, με την αυξημένη συχνότητα εμφάνισης να παρατηρείται και στα δύο φύλα και σε όλες τις ηλικίες.

 

Προδιαθεσικοί – αιτιολογικοί παράγοντες

Αρκετοί από τους καρκίνους του θυρεοειδούς εμφανίζονται χωρίς να υπάρχουν σαφείς προδιαθεσικοί ή αιτιολογικοί παράγοντες. Ωστόσο υπάρχουν και αρκετές περιπτώσεις καρκίνου του θυρεοειδούς στους οποίους κάποιοι προδιαθεσικοί παράγοντες μπορεί να διαδραματίζουν κάποιο ρόλο στην εμφάνιση της κακοήθειας. Τέτοιοι προδιαθεσικοί παράγοντες είναι:

1. Έκθεση στην ακτινοβολία. Συγκεκριμένα η έκθεση του θυρεοειδούς στην ακτινοβολία κατά την παιδική ηλικία είναι ο πιο ξεκάθαρος περιβαλλοντικός παράγοντας που σχετίζεται με καλοήθεις και κακοήθεις όγκους του θυρεοειδούς. Οι πιθανές πηγές έκθεσης στην ακτινοβολία περιλαμβάνουν θεραπευτικές χρήσεις ακτινοβολίας (π.χ. θεραπεία κακοηθειών παιδικής ηλικίας), περιβαλλοντική έκθεση δευτερογενή σε επιπτώσεις από ατομικά όπλα (π.χ. Ναγκασάκι/Χιροσίμα, Ιαπωνία) ή ατυχήματα πυρηνικών σταθμών (π.χ. Τσερνομπίλ).
2. Οικογενειακό ιστορικό. Ιστορικό καρκίνου του θυρεοειδούς σε συγγενή πρώτου βαθμού ή οικογενειακό ιστορικό κάποιου καρκινικού συνδρόμου αυξάνει τον κίνδυνο ένας όζος που μπορεί να υπάρχει στο θυρεοειδή να εξελιχθεί σε κακοήθεια.
3. Επαγγελματικές και περιβαλλοντικές εκθέσεις
4. Χρόνια ηπατίτιδα που σχετίζεται με την ηπατίτιδα C
5. Καθυστερημένη ηλικία κατά την πρώτη εγκυμοσύνη
6. Παχυσαρκία

 

Συμπτώματα και διάγνωση

Ο θηλώδης ή θηλακιώδης καρκίνος του θυρεοειδούς συνήθως εμφανίζεται συνήθως ως όζος του θυρεοειδούς. Η παρουσία όζων του θυρεοειδούς μπορεί να διαπιστωθεί είτε από τους ίδιους τους ασθενείς που μπορεί να ψηλαφήσουν κάτι, είτε κατά τη διάρκεια της φυσικής εξέτασης ρουτίνας από τον γιατρό ή όταν τυχαία σημειωθεί κατά τη διάρκεια μιας απεικονιστικής εξέτασης, όπως υπερηχογράφημα καρωτίδας, αξονική τομογραφία τραχήλου (CT), μαγνητική τομογραφία (MRI) ή τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (PET). Οι μη ψηλαφητοί όζοι έχουν τον ίδιο κίνδυνο κακοήθειας με τους ψηλαφητούς όζους του ίδιου μεγέθους.
Ιστορικό ταχείας ανάπτυξης ενός όζου, η παρουσία όζου καθηλωμένου στους περιβάλλοντες ιστούς, βραχνάδα ή παράλυση φωνητικών χορδών, ή παρουσία ομόπλευρης αυχενικής λεμφαδενοπάθειας, είναι συμπτώματα που εγείρουν την υποψία ότι ένας όζος μπορεί να είναι κακοήθης. Ανεξάρτητα από το πώς ανακαλύπτονται οι όζοι του θυρεοειδούς, η διάγνωση του καρκίνου του θυρεοειδούς γίνεται συνήθως με βιοψία με λεπτή βελόνα (FNA).
Η κλινική πορεία του αναπλαστικού καρκίνου του θυρεοειδούς είναι πολύ πιο επιθετική και ταχεία κάνοντας έτσι και την πρόγνωση του χειρότερη σε σχέση με τους άλλους 2 επιθηλιακούς τύπους του καρκίνου του θυρεοειδούς. Επίσης η πιθανότητα εμφάνισης μεταστατικών εστιών είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με τους άλλους 2 τύπους.
Όσον αφορά το μυελοειδή καρκίνο του θυρεοειδούς στο 75 – 95% των περιπτώσεων εμφανίζεται ως μονήρης όζος του θυρεοειδούς. Περίπου το 70% των ασθενών έχουν κλινικά ανιχνεύσιμη προσβολή λεμφαδένων του τραχήλου, έως και το 15 τοις εκατό έχουν συμπτώματα συμπίεσης ή εισβολής του ανώτερου αναπνευστικού και πεπτικού συστήματος, όπως δυσφαγία ή βραχνάδα και περίπου 5 έως 10 τοις εκατό έχουν μακρινή μεταστατική νόσο. Απομακρυσμένες μεταστάσεις μπορεί να εμφανιστούν στο ήπαρ, στους πνεύμονες, στα οστά και, λιγότερο συχνά, στον εγκέφαλο και στο δέρμα. Οι απομακρυσμένες μεταστάσεις είναι πιο συχνές σε ασθενείς με πολυεστιακή νόσο. Και στους μυελοειδείς καρκίνους του θυρεοειδούς η διάγνωση γίνεται με τη λήψη βιοψίας με λεπτή βελόνα.